Υπάρχουν θησαυροί οι οποίοι αποτιμώνται σε χρήμα, σε αγοραστική αξία αγαθών, οι οποίοι υπερβαίνουν τόπο και χρόνο. Πολύτιμα μέταλλα, χρυσός και αργυρός και λίθοι πολύτιμοι, σάπφειροι και αδάμαντες κι άλλα πράγματα του κόσμου τούτου, για των οποίων την διεκδίκησι έχουν πολλά να διηγηθούν οι αιώνες, διαζωγραφίζοντες την φιλαργυρία των ανθρώπων διαφόρων εποχών και διαφόρων τόπων. Θησαυροί για τους οποίους χύθηκε αίμα, και οι οποίοι έγιναν εν πολλοίς λίθοι προσκόμματος για την εν τω κόσμω ηθική ζωή των ανθρώπων και προπάντων για την ασφαλή πορεία τους προς την Βασιλείαν του Θεού.
Υπάρχουν όμως και θησαυροί που δεν έχουν υλική υπόσταση, αλλά που έχουν υπέρτατη πνευματική αξία. Θησαυροί, που όπως λέγει ο Κύριος, «ούτε σης ούτε βρώσις αφανίζει, ουδέ κλέπται διορύσσουσιν και κλέπτουσιν»( Ματθ. 2-19). Ο ηθικός διάκοσμος του άριστου δημιουργήματος του Θεού. Η αρετή, η ανδρεία, το ερύθημα, η εντροπή, το κοκκίνισμα του εφήβου, το φιλότιμο, οι αθάνατες αρετές, η πίστις, η ελπίς, η αγάπη, κι όλες οι άλλες, όσες απαριθμεί ο Προφήτης Ησαΐας και ο Απόστολος Παύλος, που ανοίγουν την βασιλεία του Θεού.
Υπάρχουν όμως και θησαυροί με υλική υπόσταση που έχουν μια μέτρια ή ευτελή αξία σαν αντικείμενα, αλλά που έχουν την από διαθέσεως αξία για μια οικογένεια, για μια ομάδα προσώπων. Τέτοιοι είναι και οι θησαυροί των οποίων την έκθεση έχουμε την τιμή να προλογίζουμε, και που υπερβαίνουν πάσαν αξία. Είναι οι θησαυροί του Αγίου Νικολάου της πόλεως μας. Είναι οι εικόνες, τα σκεύη τα ιερά μια μεγάλης, μοναδικής Ενορίας της Ορθοδοξίας, του Αγίου Νικολάου Λαρίσης. Ό,τι απέμεινε από την επέμβαση του πανδαμάτορος χρόνου, Ιερά Ευαγγέλια, Δισκοπότηρα, Εξαπτέρυγα, Αρτοφόρια, Εσταυρωμένος και «λυπητερά» γιαντίκια και θυμιατήρια, λαβίδες, λόγχες, δισκάρια, κηροπήγια και κολυμβήθρες, Σταυροί ευλογίας, και προ πάντων Ιερές Εικόνες. Εικόνες στις οποίες είναι αποτυπωμένα μυστικά τα ίχνη των ασπασμών των πιστών αυτής της ενορίας διαχρονικά. Εικόνες που υπογράμμιζαν τις εορτές, που λιτανεύτηκαν στις λιτές και προσκυνήθηκαν από χείλη ανάξια, όπως είναι τα χείλη όλων μας, αλλά με ευλάβεια, με φόβο Θεού. Εικόνες που άκουσαν ικεσίες, που είδαν δακρυσμένες μάνες και κλαμένα πρόσωπα πιστών κατάματα. Που εθέρμαναν την ελπίδα των πονεμένων και προβάλλουν μια ιστορία. Τι παριστάνει; Ένα γεγονός; Έναν Άγιο; Ό,τι κι αν παριστάνει, έχει να ‘πη και την δική της η κάθε μία ιστορία. Ποιος τις παρήγγειλε; Ποιος τις ιστόρισε; Ποιο θαύμα έγινε; Ποια ψυχή ενισχύθηκε; Τέλος πάντων, δόξα τω Θεώ που υπάρχουν.
Εγώ αισθάνομαι οφειλέτης προς πάντες. Θα ήταν μακρύς ο κατάλογος αν άρχιζα να απαριθμώ σε ποιους οφείλω χάριτας για αυτήν την κειμηλιακή έκδοση. Κυρίως όμως εστιάζω την ευγνωμοσύνη μου στον π. Ιγνάτιο Μουρτζανό. Σ’ αυτόν τον φιλότιμο εργάτη του Ευαγγελίου. Τον Γενικό Αρχιερατικό μου επίτροπο, ο οποίος μέσα στο όλο έργο του ως Προϊσταμένου της Μεγαλωνύμου Ενορίας αυτής , επεκτεινόμενος σε όλους τους τομείς δράσεως, ανέταξε μέσα στο πολυσχιδές έργο του και την διαφύλαξη αυτών των προγονικών θησαυρών. Σ’ αυτόν, τον κατά πνεύμα υιόν μου που αναπαύει καθ’ ημέραν την καρδίαν μου, με το φιλότιμο του, την εργατικότητα του, την χάρη και την αξία του, την βαθειά του πίστη και την άπειρο αγάπη του και τις απροσμέτρητες ικανότητές του. Τον ευχαριστώ και τον ευγνωμονώ. Περισυνέλλεξε λαμπρό θησαυρό και τον αξιοποιεί. Τον εκθέτει εις τα όμματα όλων των πιστών, και τον διασώζει. Τον πονάει και τον αγαπάει και τον προστατεύει. Κάποιοι τα έφτιαξαν όλα αυτά. Κάποιοι τα αφιέρωσαν. Κάποιοι, μακαριστοί τώρα, αγάπησαν την ευπρέπειαν του Οίκου του Κυρίου. Πληροφορείται η πίστις τους με την ανάδειξη αυτών των κειμηλίων. Ας έχει δόξα ο εν Τριάδι Θεός, ο οποίος δεν παύεται να δίνει άξιους εργάτας στον Αμπελώνα Του, που Τον δοξάζουν επαξίως και δια της ζωής των και δια των έργων των και δια των λόγων των, και δια της όλης πορείας των σ’ αυτόν τον κόσμο.